Μαθητές και εκπαιδευτικοί γίνονται καθημερινά μάρτυρες εκδήλωσης μορφών βίαιης συμπεριφοράς μέσα στο σχολείο, αλλά και εκτός αυτού. Η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται από την πλευρά των μαθητών με θύματα τους συμμαθητές τους, τους εκπαιδευτικούς ή τη σ/ολική περιουσία (κτήρια, αντικείμενα κτλ.). Πλάι σ’ αυτές τις μορφές βίαιης συμπεριφοράς θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και ανάλογες συμπεριφορές που εκδηλώνονται κάτω από ορισμένες συνθήκες από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς.

Τα κρούσματα βίαιης συμπεριφοράς που εκδηλώνονται στο ελληνικό σχολείο, σε σύγκριση με ανάλογα περιστατικά σε σχολεία της Βόρειας Αμερικής και της Κεντρικής Ευρώπης, είναι οπωσδήποτε πιο ήπια τόσο ως προς τη συχνότητα με την οποία εμφανίζονται όσο και ως προς την ένταση τους. Οι λόγοι αυτής της διαφοροποίησης θα πρέπει να αναζητηθούν στις οικογενειακές και ευρύτερες κοινωνικές δομές καθώς και σε άλλους εξωγενείς παράγοντες που συμβάλλουν κατά περίπτωση τόσο στην εμφάνιση της βίας ως πρόθεση όσο και στην ολοκλήρωση της ως ενέργεια.

Παρ’ όλα αυτά δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουμε τη βία στο ελληνικό σχολείο ως μια ασήμαντη κατάσταση που μπορούμε να την αγνοήσουμε. Δυστυχώς δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε εκ των προτέρων τις εξελίξεις, ώστε να μπορούμε να προδιαγράψουμε την πορεία εκδήλωσης του φαινομένου και τη δυνατότητα εξέλιξης του ή μη σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

Ζούμε σε μια κοινωνία που αλλάζει συνεχώς, μια κοινωνία που φημίζεται για τη δυνατότητα γρήγορης προσαρμογής της σε ξένα πρότυπα. Όλα δείχνουν ότι είμαστε στραμμένοι σε μια πορεία που οδηγεί όλο και πιο γρήγορα σε τρόπους ζωής και μορφές συμπεριφοράς των προηγμένων χωρών. Έτσι, τα φαινομενικά χαμηλά ποσοστά βίαιης συμπεριφοράς μπορεί να αποτελούν την κορυφή ενός παγόβουνου. Και επειδή στη χώρα μας έχουμε συνηθίσει να κινητοποιούμαστε μόνον όταν οι καταστάσεις φτάσουν στο απροχώρητο, θα ήταν καλό το σχολείο μας να ενδιαφερθεί και να ασχοληθεί πιο συστηματικά με τα φαινόμενα της βίας, πριν τα γεγονότα πάρουν εκρηκτικές διαστάσεις. Έτσι. θα μπορέσουν οι εκπαιδευτικοί, επαρκώς ενημερωμένοι, να ενεργήσουν σωστά και την κατάλληλη στιγμή ως προς την αξιολόγηση και την αντιμετώπιση της επιθετικότητας.

Κάτι τέτοιο άλλωστε συμβαδίζει με τις σύγχρονες αντιλήψεις που επικρατούν στους παιδαγωγικούς κύκλους, ειδικότερα στους εκπαιδευτικούς, σε παγκόσμια κλίμακα, και αναφέρονται στην πιο συστηματική ενασχόληση με θέματα επιθετικότητας, φιλονικιών, εντάσεων και συγκρούσεων μεταξύ παιδιών στο σχολείο. Πολλές έρευνες σε διάφορα μέρη του κόσμου έχουν εστιάσει την προσοχή τους σε τέτοιου είδους θέματα και γίνεται όλο και πιο καταφανές ότι οι συνέπειες είναι πολύ πιο σοβαρές από όσο αρχικά θεωρούνταν. Όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται ότι φαινόμενα αυτού του είδους θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με περισσότερη προσοχή, ως σημαντικά κοινωνικά προβλήματα που δεν αφορούν μόνον τους εμπλεκόμενους μαθητές και τις οικογένειες τους, αλλά και όλο το σχολικό σύστημα.

Στην πραγματικότητα έχουμε ένα είδος επανάστασης στον τρόπο προσέγγισης και θεώρησης του φαινομένου. Η αλλαγή άρχισε τη δεκαετία του ’70 στις Σκανδιναβικές χώρες με το πρωτοποριακό έργο του Dan Olweus (1996). Με τις έρευνες που διεξήγαγε ο Olweus στα σχολεία αναγνώρισε το πρόβλημα, μελέτησε τη συχνότητα εμφάνισης του. τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται και απέδειξε ότι με επιστημονικά σχεδιασμένες παρεμβάσεις είναι δυνατή η μείωση του σε ποσοστό μέχρι και 50%. Ανάλογες έρευνες ακολούθησαν σε πολλές χώρες του κόσμου, όπως, λόγου χάρη, στη Μ. Βρετανία, στις ΗΠΑ. στον Καναδά, στην Αυστραλία, στην Ισπανία και πρόσφατα στην Ελλάδα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και άλλους φορείς. Έτσι, έχουμε στη διάθεση μας πολλά στοιχεία, με πλήθος εμπειριών και γνώσεων για τις αιτίες και τις συνέπειες της επιθετικότητας, αλλά και για τους τρόπους με τους οποίους το κοινωνικό περιβάλλον και η εκπαιδευτική κοινότητα μπορούν να παρέμβουν.

Το σχολείο από μόνο του δεν μπορεί να αλλάξει ένα βίαιο επιθετικό άτομο ούτε να αλλάξει μια βίαιη κοινωνία. Η αντίληψη ότι μπορούν οι ενήλικες να παρέμβουν αποφασιστικά καταργώντας προβλήματα και διαφορές ανάμεσα στα παιδιά είναι λαθεμένη, αλλά και ανεφάρμοστη. Όπως θα δούμε, κάποιος βαθμός επιθετικότητας και συγκρούσεων είναι αναπόφευκτο μέρος της ζωής και της διαδικασίας ανάπτυξης και ωρίμανσης του παιδιού. Όμως τα χαρακτηριστικά αυτά της προσωπικότητας του ατόμου δεν οδηγούν υποχρεωτικά σε καταστροφική βία και εγκληματική συμπεριφορά και η κλιμάκωση τους δεν είναι πάντα αποτέλεσμα ατομικής παθολογίας . Οι λόγοι και οι παράγοντες που προκαλούν έκρυθμες καταστάσεις στη σχολική ζωή και την οδηγούν σε αποδιοργάνωση τόσο την ίδια όσο και τα άτομα που συμμετέχουν σ’ αυτή δεν εντοπίζονται απλά σε ατομικά χαρακτηριστικά και αιτίες, αλλά είναι μέρος του κοινωνικού περίγυρου στον οποίο εμφανίζονται. Κατά συνέπεια, είναι δυνατό με την κατάλληλη παρέμβαση στο σύστημα του σχολείου, τα περιστατικά αυτά να περιοριστούν. Επίσης, υπάρχουν συμπεριφορές, δεξιότητες και γνώσεις με βάση τις οποίες το άτομο μπορεί, όταν εμπλέκεται σε μια διαπροσωπική ή ομαδική σύγκρουση, να επιλέγει εναλλακτικές, εποικοδομητικές και όχι καταστροφικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Οι εναλλακτικές αυτές μορφές συμπεριφοράς αντιστοιχούν σε ικανότητες, που συντελούν στην κοινωνικοποίηση του ατόμου, στην προετοιμασία του για αποτελεσματική ένταξη στην κοινωνία των ενηλίκων και αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Το σχολείο μπορεί, στο πλαίσιο της διδακτικής του παρέμβασης και με ποικίλες εξωδιδακτικές δραστηριότητες, μέσα σε κλίμα ασφαλές και καλλιεργώντας στους μαθητές την ικανότητα να δρουν υπεύθυνα, να διδάξει εναλλακτικές μορφές συμπεριφοράς και διαχείρισης συγκρούσεων. Έτσι, το σχολείο θωρακίζει το μαθητή όχι μόνο σχετικά με τη συμπεριφορά που εκδηλώνει στη διάρκεια της παραμονής του στο σχολείο, αλλά και τη γενικότερη συμπεριφορά του στην καθημερινή ζωή στο σπίτι ή στην κοινότητα.

Αυτή η εργασία έχει σκοπό να ενημερώσει τους εκπαιδευτικούς σχετικά με τα κτίρια αποτελέσματα των διάφορων ερευνών και να δώσει απαντήσεις στα ακόλουθα ερωτήματα:

  • Πώς διαπιστώνουμε έγκαιρα καταστάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε εκδηλώσεις βίας,
  • Πώς μπορούμε να αντιδρούμε εποικοδομητικά, ώστε να χειριζόμαστε τα προβλήματα επιθετικότητας και τις ποικίλες συγκρούσεις στο σχολείο,
  • Πώς μπορούμε, παραμερίζοντας στερεότυπα και καθιερωμένες συμπεριφορές να δημιουργούμε καταστάσεις στις οποίες οι αντίπαλες πλευρές θα καταλήξουν σε ικανοποιητικά για όλους αποτελέσματα,
  • Πώς μπορούμε να βρούμε τρόπους να προλάβουμε την εκδήλωση δυσάρεστων καταστάσεων βίας και να αναπτύξουμε στο σχολείο και τους μαθητές μας την ικανότητα επίλυσης συγκρούσεων, που αντιστοιχεί σε θετικά πρότυπα σκέψης, σχέσεων και αλληλεπίδρασης με τους άλλους,
  • Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε στο σχολείο μας αλλαγές που στηρίζουν τη μαθησιακή διαδικασία και την ολόπλευρη ανάπτυξη των νέων με βάση θετικά πρότυπα και δημιουργικές μορφές δράσης, με απώτερο στόχο την αποτελεσματική ένταξη τους στη σχολική ζωή και την κοινωνία

Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε σε ψηφιακή μορφή και να το κατεβάσετε στον υπολογιστή σας εδώ.

ΣΧΕΤΙΚΑ